Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012

Κραυγές


Κάθε που κλείνω τα μάτια μου φοβάμαι θα την δω. Να στέκεται, εκεί και να με κοιτά. Να με κοιτά σα να μου λέει «Ξέρω. Όλα τα ξέρω.». Κι εγώ να μην μπορώ να αντιδράσω, να μην μπορώ να κουνηθώ λες και τα πόδια μου μονομιάς έγιναν ένα με το έδαφος, πέτρες στο πλακόστρωτο και ξύλα στο παρκέ του δωματίου μου, του δωματίου εκείνου που κάθε γωνιά του μου λέει και μια άλλη ιστορία. Μια ιστορία άλλοτε στενάχωρη και άλλοτε χαρούμενη που η ανάμνησή της πια κάνει τα μάτια μου να βουρκώνουν. Κοιτάω έξω από το παράθυρο. Σιωπή. Τα αλουμινένια παράθυρα του σπιτιού με αποξενώνουν από τον κόσμο. Δεν μπορώ να ακούσω τίποτα. Ούτε τα πουλιά, ούτε τον αέρα, ούτε τις φωνές, ούτε τις κόρνες των αυτοκινήτων. Ούτε τις κραυγές των ανθρώπων μπορώ να ακούσω, όπως δεν ακούνε αυτοί τις δικές μου.   



Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

Ως πότε;..


Κι εκεί, πάνω που το είχα βγάλει εντελώς από το νου μου, ήρθε ξανά εκείνη η εικόνα να παίξει την παράστασή της μπροστά μου, με μόνο θεατή εμένα. Με πιάνει ένα τρέμουλο, οι τρίχες των χεριών μου σηκώνονται. Το κεφάλι μου πονάει. Αισθάνομαι αηδία. Βλέπω ξανά και ξανά το ίδιο πράγμα. Δεν το αντέχω. Τόσο απλή και συνάμα τόσο φριχτή εικόνα. Πόσο υποκειμενικά είναι όλα. Απελπίζομαι. Ανάβω τσιγάρο, ίσως αυτό με ζαλίσει και με κάνει να ξεχαστώ. Η εικόνα συνεχίζει να με στοιχειώνει και αναρωτιέμαι φωναχτά :  «Ως πότε;..»